- Λεπτομέρειες
Πλησίασα αθόρυβα τη βερικοκιά και κρύφτηκα πίσω από τον κορμό της. Ο στόχος τιτίβιζε σ’ ένα κλαδί, τρία μπόγια πιο πάνω. Τον έβαλα στο άνοιγμα της γωνίας του τσαταλιού, τέντωσα τα λάστιχα της σαϊτας κι άφησα ελεύθερο το λουράκι. Ήταν ένα σπουργίτι. Η πετρούλα το τίναξε ένα μέτρο ψηλά κι ύστερα το σώριασε άψυχο μπροστά μου. Έμεινα άφωνος. Δεν μπορούσα να το πιστέψω αυτό που έγινε. Χρόνια και χρόνια σφεντόνιζα τα πουλιά, δίχως να κατεβάσω όχι σπουργίτι αλλά ούτε δεκαοχτούρα.